....Και μπορεί ο κ. Ρέππας να μένει προς το παρόν στο απυρόβλητο, αλλά η κυρία Μπιρμπίλη φαίνεται να μπήκε ήδη στο στόχαστρο συγκεκριμένων συμφερόντων, με αφορμή τις μονάδες καύσης των απορριμμάτων αλλά και της ακύρωσης «ώριμων έργων», όπως οι οδικές επεκτάσεις της Αττικής Οδού.
Όσον αφορά την προώθηση της καύσης των απορριμμάτων, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε προκρίνει, παρά τις αντιδράσεις που είχαν εκδηλωθεί, και προωθούσε τη μέθοδο της Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Η πρώτη χωροθέτηση έγινε σε περιοχή κοντά στη Θήβα και μάλιστα χωρίς σχετικό διαγωνισμό. Με δεδομένη τη προσπάθεια ανάπτυξης ενός δικτύου μονάδων αποτέφρωσης σε άλλες πέντε περιοχές της χώρας, με δεύτερη αυτή της Ρόδου, ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα τόσο από την Ελλάδα όσο και από τον διεθνή χώρο άρχισαν να διαγκωνίζονται για την εξασφάλιση ισχυρής θέσης στους επικείμενους διαγωνισμούς.
Στο ίδιο διάστημα δεν έλειψαν και οι καταγγελίες ενδιαφερομένων για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, ενώ υπήρχαν δείγματα για το μέγεθος της σύγκρουσης που θα ακολουθούσε. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι όλοι οι θεσμικοί φορείς (κυβέρνηση, Σύνδεσμος Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής, περιφέρεια. Νομαρχίες, ΟΤΑ) υποστήριξαν τότε το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όμως, και ιδιαίτερα οι Οικολόγοι Πράσινοι αντέδρασαν έντονα «στην προωθούμενη κατασκευή βιομηχανικής εγκατάστασης καύσης αποβλήτων στη Θήβα που θα καίει 800.000 περίπου τόνους αποβλήτων το χρόνο».
Χωρίς διαφάνεια
Ειδικά, οι Οικολόγοι Πράσινοι σημείωσαν ότι «πολλές από τις επιλογές στο θέμα των σκουπιδιών δεν γίνονται με διαφάνεια, διάλογο και με βάση την υποχρεωτική ιεραρχία στις μεθόδους διαχείρισης τους, αλλά υπό την πίεση ισχυρών οικονομικών λόμπι».
Παράλληλα, το θέμα – εκτός από πολιτική- απέκτησε και άλλη διάσταση, απολύτως περιβαλλοντική. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που διατύπωσαν με σοβαρότητα την άποψη ότι αυτού του τύπου η διαχείριση των σκουπιδιών είναι ευθέως ανταγωνιστική με την … ανακύκλωση, που κινείται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση.
Η βιομηχανική καύση των απορριμμάτων – λένε οι επικριτές – δεν προάγει τη συνολικότερη εφαρμογή μιας «πράσινης ιεραρχίας» δράσεων, που επιτάσσει την πρόληψη, την επαναχρησιμοποίηση κατά το δυνατόν και τέλος την ανακύκλωση όλων των υλικών. Την άποψη αυτή φαίνεται να υιοθετεί και η ίδια η υπουργός περιβάλλοντος, που φέρεται αποφασισμένη να επανεξετάσει όχι μόνο τον υφιστάμενο σχεδιασμό αλλά και τη νομιμότητα των συμβάσεων που έχουν ήδη συναφθεί μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών.
Αυτό και μόνο ήταν ικανό να ενεργοποιήσει προειδοποιητικές βολές εναντίον της, προκειμένου να … πάρει το μήνυμα και «φοβισμένη» να αφήσει τις εξελίξεις στο σχεδιασμό, που κάποιοι δρομολογούν.
Πρόκειται για πραγματικά δύσκολο τεστ, τόσο για την υπουργό όσο και για τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης απέναντι προς το περιβάλλον αλλά και τα οικονομικά συμφέροντα, αποτελώντας δείγμα γραφής και πρόκριμα για το μέλλον.
Όσον αφορά την προώθηση της καύσης των απορριμμάτων, η προηγούμενη κυβέρνηση είχε προκρίνει, παρά τις αντιδράσεις που είχαν εκδηλωθεί, και προωθούσε τη μέθοδο της Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Η πρώτη χωροθέτηση έγινε σε περιοχή κοντά στη Θήβα και μάλιστα χωρίς σχετικό διαγωνισμό. Με δεδομένη τη προσπάθεια ανάπτυξης ενός δικτύου μονάδων αποτέφρωσης σε άλλες πέντε περιοχές της χώρας, με δεύτερη αυτή της Ρόδου, ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα τόσο από την Ελλάδα όσο και από τον διεθνή χώρο άρχισαν να διαγκωνίζονται για την εξασφάλιση ισχυρής θέσης στους επικείμενους διαγωνισμούς.
Στο ίδιο διάστημα δεν έλειψαν και οι καταγγελίες ενδιαφερομένων για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, ενώ υπήρχαν δείγματα για το μέγεθος της σύγκρουσης που θα ακολουθούσε. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι όλοι οι θεσμικοί φορείς (κυβέρνηση, Σύνδεσμος Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής, περιφέρεια. Νομαρχίες, ΟΤΑ) υποστήριξαν τότε το συγκεκριμένο πρότζεκτ. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όμως, και ιδιαίτερα οι Οικολόγοι Πράσινοι αντέδρασαν έντονα «στην προωθούμενη κατασκευή βιομηχανικής εγκατάστασης καύσης αποβλήτων στη Θήβα που θα καίει 800.000 περίπου τόνους αποβλήτων το χρόνο».
Χωρίς διαφάνεια
Ειδικά, οι Οικολόγοι Πράσινοι σημείωσαν ότι «πολλές από τις επιλογές στο θέμα των σκουπιδιών δεν γίνονται με διαφάνεια, διάλογο και με βάση την υποχρεωτική ιεραρχία στις μεθόδους διαχείρισης τους, αλλά υπό την πίεση ισχυρών οικονομικών λόμπι».
Παράλληλα, το θέμα – εκτός από πολιτική- απέκτησε και άλλη διάσταση, απολύτως περιβαλλοντική. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που διατύπωσαν με σοβαρότητα την άποψη ότι αυτού του τύπου η διαχείριση των σκουπιδιών είναι ευθέως ανταγωνιστική με την … ανακύκλωση, που κινείται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση.
Η βιομηχανική καύση των απορριμμάτων – λένε οι επικριτές – δεν προάγει τη συνολικότερη εφαρμογή μιας «πράσινης ιεραρχίας» δράσεων, που επιτάσσει την πρόληψη, την επαναχρησιμοποίηση κατά το δυνατόν και τέλος την ανακύκλωση όλων των υλικών. Την άποψη αυτή φαίνεται να υιοθετεί και η ίδια η υπουργός περιβάλλοντος, που φέρεται αποφασισμένη να επανεξετάσει όχι μόνο τον υφιστάμενο σχεδιασμό αλλά και τη νομιμότητα των συμβάσεων που έχουν ήδη συναφθεί μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών.
Αυτό και μόνο ήταν ικανό να ενεργοποιήσει προειδοποιητικές βολές εναντίον της, προκειμένου να … πάρει το μήνυμα και «φοβισμένη» να αφήσει τις εξελίξεις στο σχεδιασμό, που κάποιοι δρομολογούν.
Πρόκειται για πραγματικά δύσκολο τεστ, τόσο για την υπουργό όσο και για τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης απέναντι προς το περιβάλλον αλλά και τα οικονομικά συμφέροντα, αποτελώντας δείγμα γραφής και πρόκριμα για το μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου