Η ιταλική φιλολογία ιδρύθηκε ως πανεπιστημιακή σχολή το 1961. Από τότε ένα σωρό νέες ειδικότητες προστέθηκαν στο ωρολόγιο πρόγραμμα της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά η μεγάλη ζήτηση που είχαν τα ιταλικά στην ιδιωτική εκπαίδευση ποτέ δεν έπεισε τους ιθύνοντες του υπουργείου να τα εντάξουν ως ξένη γλώσσα επιλογής στη δημόσια εκπαίδευση. Το 2004, στο πλαίσιο της πολυγλωσσίας και της γλωσσικής ποικιλότητας που προωθεί (ακόμα;) η ΕΕ και το υπουργείο παιδείας, τα ιταλικά εντάχθηκαν σε πιλοτικό πρόγραμμα, για να ενταχθούν κατόπιν επίσημα ως δεύτερη ξένη γλώσσα επιλογής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2008.
Η θερμή υποδοχή που επιφύλαξαν οι μαθητές στα ιταλικά έδειξε ότι πράγματι υπήρχε ένα σημαντικό κενό στη δημόσια εκπαίδευση, αφού σε πολλές γωνιές της Ελλάδας –στα Επτάνησα και τη Δυτική Ελλάδα, τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα, αλλά και στην Ημαθία, την Κρήτη, τα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας– τα ιταλικά ήταν μια ανάγκη που αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα της τοπικής καθημερινότητας και οικονομίας.
Τα προβλήματα ένταξης της ιταλικής ήταν πολλά: πολλοί γυμνασιάρχες αρνούνταν να τα εντάξουν στο πρόγραμμά τους, ισχυριζόμενοι ότι δεν υπάρχουν αίθουσες, ότι οι καθηγητές αργούν να έρθουν στο σχολείο και τα παιδιά αναγκάζονται (σε πολλές περιπτώσεις μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου) να περιμένουν στο προαύλιο κλπ. Η φετινή σχολική χρονιά βρήκε τα ιταλικά στη Γ’ γυμνασίου και φάνηκε ότι πολλά προβλήματα έχουν λυθεί, αφού σε πολλά σχολεία είχαν πλέον εδραιωθεί ως μάθημα δημοφιλές στους περισσότερους μαθητές. Και μετά… ήρθε η λογική του ΔΝΤ!
Το υπουργείο παιδείας θυμήθηκε ξαφνικά ότι δεν έγινε στην ουσία κανένας προγραμματισμός για την ένταξη των νέων μαθημάτων στο ωρολόγιο πρόγραμμα, ότι δημιουργούνται υπεραριθμίες και προβλήματα στη διαχείριση των επιλογών των μαθητών, ότι το σχολείο στην Ελλάδα έχει ένα πρόγραμμα σπουδών πολυτελείας (!!!) και άλλα πολλά. Πώς λύνονται αυτά τα προβλήματα; Μόνο με περικοπές. Η όψιμη δημοσιονομική εξυγίανση που επιχειρεί το υπουργείο δεν προβλέπει διορθώσεις παρά μόνο περικοπές. Έτσι, με μια τεχνοκρατική αντιμετώπιση του τύπου «πονάει το δόντι, κόβουμε όλο το κεφάλι», το υπουργείο αποφάσισε να περιορίσει τους καθηγητές των ιταλικών και ν’ αφήσει πολλά παιδιά να περιμένουν στο προαύλιο να διδαχθούν τη γλώσσα που επέλεξαν και τους καθηγητές των ιταλικών να περιμένουν διορισμούς που ποτέ δεν έρχονται: η φετινή χρονιά βρήκε τα ιταλικά στα σχολεία με 32 μόνιμους και 130 αναπληρωτές καθηγητές, αριθμός που δεν κάλυψε ούτε τα μισά κενά. Και αυτό χωρίς καμία επίσημη ανακοίνωση που θα εξηγούσε τη στάση και το σκεπτικό του υπουργείου στους εκπαιδευτικούς και στους μαθητές.
Είναι φανερό ότι το υπουργείο πειραματίζεται –για άλλη μια φορά– με τον κόσμο της εκπαίδευσης συνολικά κόβοντας και ράβοντας χωρίς σχέδιο και προοπτική για αναβάθμιση της παιδείας. Το αποτέλεσμα; Ακόμη μεγαλύτερη υποβάθμιση, στροφή 180 μοιρών προς την ανεξέλεγκτη ιδιωτική παιδεία και στη συγκεκριμένη περίπτωση καταστρατήγηση της πολυγλωσσίας με το σκεπτικό ότι… η πατρίδα βρίσκεται σε κίνδυνο.
Εμείς ως καθηγητές ιταλικών, στο πλαίσιο της επανάστασης του αυτονόητου και του συνθήματος ΠΡΩΤΑ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ, είμαστε τελείως αντίθετοι με την προχειρότητα που αντιμετωπίζει το υπουργείο την πολυγλωσσία και συγκεκριμένα τη ζήτηση των ιταλικών και η δέσμευσή μας, προς τους μαθητές που επέλεξαν τα ιταλικά και στους γονείς τους, είναι ότι θα συνεχίσουμε τον αγώνα για την πραγματική πολυγλωσσία και τη δυνατότητα να διδάσκονται οι μαθητές την ξένη γλώσσα που οι ίδιοι θα επιλέξουν.
Οι καθηγητές της ιταλικής
Τα προβλήματα ένταξης της ιταλικής ήταν πολλά: πολλοί γυμνασιάρχες αρνούνταν να τα εντάξουν στο πρόγραμμά τους, ισχυριζόμενοι ότι δεν υπάρχουν αίθουσες, ότι οι καθηγητές αργούν να έρθουν στο σχολείο και τα παιδιά αναγκάζονται (σε πολλές περιπτώσεις μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου) να περιμένουν στο προαύλιο κλπ. Η φετινή σχολική χρονιά βρήκε τα ιταλικά στη Γ’ γυμνασίου και φάνηκε ότι πολλά προβλήματα έχουν λυθεί, αφού σε πολλά σχολεία είχαν πλέον εδραιωθεί ως μάθημα δημοφιλές στους περισσότερους μαθητές. Και μετά… ήρθε η λογική του ΔΝΤ!
Το υπουργείο παιδείας θυμήθηκε ξαφνικά ότι δεν έγινε στην ουσία κανένας προγραμματισμός για την ένταξη των νέων μαθημάτων στο ωρολόγιο πρόγραμμα, ότι δημιουργούνται υπεραριθμίες και προβλήματα στη διαχείριση των επιλογών των μαθητών, ότι το σχολείο στην Ελλάδα έχει ένα πρόγραμμα σπουδών πολυτελείας (!!!) και άλλα πολλά. Πώς λύνονται αυτά τα προβλήματα; Μόνο με περικοπές. Η όψιμη δημοσιονομική εξυγίανση που επιχειρεί το υπουργείο δεν προβλέπει διορθώσεις παρά μόνο περικοπές. Έτσι, με μια τεχνοκρατική αντιμετώπιση του τύπου «πονάει το δόντι, κόβουμε όλο το κεφάλι», το υπουργείο αποφάσισε να περιορίσει τους καθηγητές των ιταλικών και ν’ αφήσει πολλά παιδιά να περιμένουν στο προαύλιο να διδαχθούν τη γλώσσα που επέλεξαν και τους καθηγητές των ιταλικών να περιμένουν διορισμούς που ποτέ δεν έρχονται: η φετινή χρονιά βρήκε τα ιταλικά στα σχολεία με 32 μόνιμους και 130 αναπληρωτές καθηγητές, αριθμός που δεν κάλυψε ούτε τα μισά κενά. Και αυτό χωρίς καμία επίσημη ανακοίνωση που θα εξηγούσε τη στάση και το σκεπτικό του υπουργείου στους εκπαιδευτικούς και στους μαθητές.
Είναι φανερό ότι το υπουργείο πειραματίζεται –για άλλη μια φορά– με τον κόσμο της εκπαίδευσης συνολικά κόβοντας και ράβοντας χωρίς σχέδιο και προοπτική για αναβάθμιση της παιδείας. Το αποτέλεσμα; Ακόμη μεγαλύτερη υποβάθμιση, στροφή 180 μοιρών προς την ανεξέλεγκτη ιδιωτική παιδεία και στη συγκεκριμένη περίπτωση καταστρατήγηση της πολυγλωσσίας με το σκεπτικό ότι… η πατρίδα βρίσκεται σε κίνδυνο.
Εμείς ως καθηγητές ιταλικών, στο πλαίσιο της επανάστασης του αυτονόητου και του συνθήματος ΠΡΩΤΑ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ, είμαστε τελείως αντίθετοι με την προχειρότητα που αντιμετωπίζει το υπουργείο την πολυγλωσσία και συγκεκριμένα τη ζήτηση των ιταλικών και η δέσμευσή μας, προς τους μαθητές που επέλεξαν τα ιταλικά και στους γονείς τους, είναι ότι θα συνεχίσουμε τον αγώνα για την πραγματική πολυγλωσσία και τη δυνατότητα να διδάσκονται οι μαθητές την ξένη γλώσσα που οι ίδιοι θα επιλέξουν.
Οι καθηγητές της ιταλικής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου