Η συρρίκνωση της δύναμης των δύο μεγάλων κομμάτων αποτυπώνεται σταθερά στο σύνολο των δημοσκοπήσεων καταδεικνύοντας την αποστροφή των πολιτών στα κόμματα εξουσίας. Το 2000 το 86,53% των πολιτών επέλεξε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα. Το ποσοστό αυτό έπεσε στο 77,39% το 2009. Η αποστροφή των Ελλήνων προς το πολιτικό σύστημα δεν είναι ένα καινούργιο χαρακτηριστικό αλλά καταγράφεται σταθερά την τελευταία δεκαετία και κορυφώνεται με την παρούσα κρίση, όπου τα δύο μεγάλα κόμματα φαίνεται να μην παίρνουν αθροιστικά ούτε το 50%. Τα δύο κόμματα εξουσίας ενεργοποιώντας τα αντανακλαστικά αυτοσυντήρησής τους, χρησιμοποίησαν κάποια μέσα για να επιβραδύνουν την προφανή φθορά.
Ένα σύνηθες τέχνασμα είναι η υποτιθέμενη ανανέωσή τους.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν μηχανισμό παραγωγής κομματικών στελεχών, που εξασφαλίζει την αναρρίχηση τους στην εξουσία και διαιωνίζει το ίδιο πολιτικό σύστημα. Χωρίς να αλλάζει τίποτα στο περιεχόμενο, αλλάζει το περιτύλιγμα κρύβοντας το ίδιο κακό προϊόν. Δεν είναι τυχαίο ότι στα βιογραφικά των περισσοτέρων «ανανεωτικών δυνάμεων» ξεχωριστή θέση έχουν τα κομματικά ένσημα που υπογραμμίζουν την πολύχρονη αφοσίωσή και υποταγή τους στο κόμμα. Λίγοι είναι αυτοί που διαθέτουν αξίες και ικανότητες πιστωμένες από την κοινωνία και βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με αυτούς που απολαμβάνουν την εύνοια των κομματικών μηχανισμών. Ένα άλλο πρόβλημα των κομμάτων είναι η άκριτη επιχορήγησή τους. Θεωρητικά η κομματική ανεξαρτησία μιας πολιτικής παράταξης προάγει το δημοκρατικό πολίτευμα.
Στην Ελλάδα όμως οι οικονομικοί πόροι των κομμάτων δεν χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτό το σκοπό. Τα τεράστια ποσά που διαχειρίζονται τα κόμματα δεν έκοψαν τις εξαρτήσεις τους από ιδιωτικά συμφέροντα, αλλά έγιναν το μέσο για να μετατραπεί η πολιτική από μια αγαθή ενασχόληση σε ένα επικερδές επάγγελμα. Η λέξη σύντροφος απώλεσε την μεταφορική της σημασία και απέκτησε την κυριολεκτική της έννοια. Όταν αυτό το φαγοπότι ξεκινά είναι δύσκολο να περιοριστεί. Τα κόμματα αμυνόμενα στην συνεχή συρρίκνωσή τους ήταν έτοιμα να ξεπουλήσουν τα πάντα, υποθηκεύοντας το μέλλον της Ελλάδας. Έτσι αρνούμενα να κακοκαρδίσουν τους ψηφοφόρους τους υποθήκευσαν το μέλλον τους προσφέροντάς λίγα χρόνια πλασματικής ευημερίας. Το κομματικό κράτος έφερε στον τόπο και κάτι ακόμα χειρότερο. Απομάκρυνε τον κόσμο από τη ίδια τη λογική. Το δέλεαρ του εύκολου δανεισμού, η διόγκωση των δημοσίων δαπανών, η συνειδητή αποφυγή πάταξης της φοροδιαφυγής ήταν όλα συνειδητές πράξεις που σκοπό είχαν να διατηρήσουν το ήρεμο κλίμα στην από καιρό καταρρέουσα Ελλάδα. Αυτά τα κυρίαρχα συστατικά της σημερινής κρίσης ποτέ δεν συζητήθηκαν. Ο κόσμος έπρεπε να αγνοεί την αλήθεια, να τελεί υπό τη μέθη μιας πλασματικής ευμάρειας, έπρεπε να αποβάλει από τον χαρακτήρα του κάθε δυνατότητα λογικής ανάλυσης της πραγματικότητας για να μην αποδράσει από το κομματικό μαντρί.
Η μετατροπή του έντιμου πολιτικού λόγου σε φτηνό λαϊκισμό δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας πολιτιστικής κρίσης. Η επιβολή του λαϊκισμού ήταν συνειδητή επιλογή του κομματικού συστήματος για να αποφευχθεί η όποια λογική ανάλυση της παρακμής και να κερδίσει μια έστω μικρή παράταση στην εξουσία. Τέλος, ένα ακόμα πρόβλημα είναι ότι η οικονομική παντοδυναμία των κομμάτων απομάκρυνε τους πολιτικούς από την κοινωνία. Όταν έχεις άφθονα τα οικονομικά μέσα να εκλεγείς είναι αδύνατο να αφουγκραστείς τους πολίτες, είναι αδύνατο να αναγνωρίσεις τα προβλήματα της κοινωνίας, είναι αδύνατο να τα επιλύσεις. Πώς περιμένουμε να τονώσουν την αγορά όταν δεν την γνωρίζουν; Πώς περιμένουμε να διαχειριστούν την άμυνα της χώρας όταν οι περισσότεροι δεν έχουν στην ουσία υπηρετήσει; Πώς θα βελτιώσουν την δημόσια παιδεία όταν τα παιδιά τους φοιτούν στα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία; Πώς θα καταπολεμήσουν την εγκληματικότητα όταν δεν την υφίστανται; Ο πολιτικός σταμάτησε πλέον να είναι πολίτης, απομακρύνθηκε από την κοινωνία και γι’ αυτό πλέον δεν λειτουργεί για αυτήν. Και να ήθελε δεν μπορεί να το κάνει. Ως διά μαγείας εμφανίστηκαν καινούργιες δεξαμενές παγίδευσης απογοητευμένων ανθρώπων που προσφέρουν εύκολες και ανώδυνες λύσεις. Κανείς τους όμως δεν γεννήθηκε χθες. Ευκρινώς απαίδευτοι, συχνά ανεπάγγελτοι, όλοι αυτοί οι σωτήρες έχουν παρελθόν ανεύθυνο όταν αδρανούσαν, επικίνδυνο τώρα που θέλουν να δράσουν. Πολλοί εξ αυτών ζητούσαν να αυξηθεί η ταχύτητα της πτώσης αυξάνοντας την λαϊκίστικη δράση τους, αποκρύπτοντας τα πραγματικά προβλήματα και τις λύσεις τους για να κερδίσουν λίγες ψήφους ακόμα. Εξάλλου είναι εύκολο να τους διακρίνει κανείς.
Χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα για να προσελκύσουν νέα θύματα. Και αν αναρωτηθεί κανείς τι έχουν να κερδίσουν από αυτή την κατεστραμμένη Ελλάδα η απάντηση είναι εύκολη. Ίσως να μην έχουμε δει τα χειρότερα…. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν ο πολίτης μπορεί να γίνει πολιτικός και εάν η λύση βρίσκεται στα σπλάχνα της κοινωνίας. Μεγαλώσαμε όλοι με την εικόνα του «σπουδαίου» πολιτικού. Η εικόνα τους επενδύθηκε με αυθαίρετους χαρακτηρισμούς. Αγωνιστές, χαρισματικοί, οραματιστές, μαχητές... Το σημείο που οδηγηθήκαμε δίνει την απάντηση. Νάνοι ήταν. Ο λαός και η ψήφος του, τους έκανε να δείχνουν τόσο σπουδαίοι. Ούτε τι ψηφίζουν δεν μπορούν να διαβάσουν, όσο σπουδαία κι αν είναι η ψήφος τους και πλέον το ομολογούν και οι ίδιοι. Η ικανότητά τους εξαντλείται στο να σφίγγουν χέρια σε κομματικές φιέστες. Όπως ο λαός έχει τη δύναμη να τους μικρύνει, έτσι έχει και τη δυνατότητα να μεγαλώσει και όποια κύτταρα της ελληνικής κοινωνίας θεωρεί υγιή. Μεγάλο δεν ήταν το πολιτικό ανάστημα των πολιτικών μας, αλλά η θέση που κατείχαν. Γιατί πρέπει να εμπιστευτούμε σε αυτή τη θέση ένα προϊόν του κομματικού σωλήνα και δεν επιλέγουμε έναν άνθρωπο που αποδεδειγμένα μεγαλουργεί και καταξιώνεται στο χώρο που δραστηριοποιείται; Γιατί ο επιτυχημένος πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί και στον αποτυχημένο πιστώνεται επάρκεια και ικανότητα; Η ανάκαμψη δεν πρόκειται να έρθει επειδή την έχουμε ανάγκη, αλλά επειδή εμείς θα την κατακτήσουμε και το πότε θα γίνει εξαρτάται από το πόσο το θέλουμε και από το πότε θα αποφασίσουμε να αναλάβουμε δράση. Ας μην αμφισβητούμε την ικανότητα των πολιτών να ασκήσουν πολιτική. Τα παιδιά τα μαθαίνει γράμματα ο δάσκαλος όχι ο υπουργός Παιδείας. Ούτε ο υπουργός Υγείας θεραπεύει τους αρρώστους. Αυτό το κάνουν οι λειτουργοί υγείας. Ο ρόλος του πολιτικού είναι να δίνει τις κατευθύνσεις και οι πολιτικοί που είχαμε μάλλον κρατούσαν εκείνες τις ισορροπίες που θα εξασφάλιζαν την επανεκλογή τους παρά ρύθμιζαν τις υποθέσεις του κράτους. Η απομάκρυνσή τους από την εξουσία δεν μας επιφυλάσσει το χάος. Το χάος το δημιουργεί η παρουσία τους. Το χτίζουν μέρα με τη μέρα.
Στα αλήθεια ποια είναι η δράση τους; Ή αδιαφορούν ή καταστρέφουν. Αδιαφορία είναι το να μην ενδιαφέρεσαι για την σταθερά ελλειμματική οικονομία, καταστροφή είναι να την επιβαρύνεις για το καλό του κομματικού τέρατος. Αδιαφορία είναι να ανέχεσαι ψευδείς αναπηρικές συντάξεις, καταστροφή είναι να αφήνεις να στοιχηθούν και άλλοι πίσω από αυτή την ανέντιμη σειρά αποσπώντας την επανεκλογή σου. Τα παραδείγματα είναι ατελείωτα και το συμπέρασμα το ίδιο. Η νοσηρή πολιτική αρχή γεννά νοσηρό σύστημα. Παντού στην κοινωνία, στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, στα σχολεία, στα νοσοκομεία, στους δρόμους, παντού. Οι εκλογές αυτές είναι κατά μια έννοια και οι πιο ελεύθερες. Το δίλλημα πλέον είναι απλό και απομένει σε εμάς τι θα διαλέξουμε. Οι μύθοι κατέρρευσαν και δεν μπορούν πλέον να μας ξεγελάσουν. Θύματα θα πέσουμε μόνο αν το επιλέξουμε εμείς. Στη «δημιουργία, ξανά» κάνουμε την προσπάθειά μας χωρίς στρογγυλέματα, χωρίς να χαϊδεύουμε τα αυτιά των συμπολιτών μας, όσο κι αν το έχουν ανάγκη.
Εμείς αφήνουμε τον ιδιωτικό μας κόσμο γιατί μας κάλεσε η συνείδησή μας. Τόσο απλά. Η απόφαση ανήκει στους πολίτες. Αν το επιθυμούν μπορούν να μας ψάξουν. Τις ιδέες μας, τα βιογραφικά μας, τους οικονομικούς μας πόρους, τα πάντα. Αυτό που κάνουμε είναι δύσκολο. Ξεκινήσαμε 200, γίναμε 1000, 40000 και μεγαλώνουμε γιατί αυτό που κάνουμε είναι δίκαιο και έντιμο.
Σας θέλουμε όλους στο πλευρό μας!
Χριστίνα Ι. Γρυπάρη
Λευτέρης Γ. Τζίμας
Υπ. Βουλευτές Βοιωτίας
Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν μηχανισμό παραγωγής κομματικών στελεχών, που εξασφαλίζει την αναρρίχηση τους στην εξουσία και διαιωνίζει το ίδιο πολιτικό σύστημα. Χωρίς να αλλάζει τίποτα στο περιεχόμενο, αλλάζει το περιτύλιγμα κρύβοντας το ίδιο κακό προϊόν. Δεν είναι τυχαίο ότι στα βιογραφικά των περισσοτέρων «ανανεωτικών δυνάμεων» ξεχωριστή θέση έχουν τα κομματικά ένσημα που υπογραμμίζουν την πολύχρονη αφοσίωσή και υποταγή τους στο κόμμα. Λίγοι είναι αυτοί που διαθέτουν αξίες και ικανότητες πιστωμένες από την κοινωνία και βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με αυτούς που απολαμβάνουν την εύνοια των κομματικών μηχανισμών. Ένα άλλο πρόβλημα των κομμάτων είναι η άκριτη επιχορήγησή τους. Θεωρητικά η κομματική ανεξαρτησία μιας πολιτικής παράταξης προάγει το δημοκρατικό πολίτευμα.
Στην Ελλάδα όμως οι οικονομικοί πόροι των κομμάτων δεν χρησιμοποιήθηκαν γι’ αυτό το σκοπό. Τα τεράστια ποσά που διαχειρίζονται τα κόμματα δεν έκοψαν τις εξαρτήσεις τους από ιδιωτικά συμφέροντα, αλλά έγιναν το μέσο για να μετατραπεί η πολιτική από μια αγαθή ενασχόληση σε ένα επικερδές επάγγελμα. Η λέξη σύντροφος απώλεσε την μεταφορική της σημασία και απέκτησε την κυριολεκτική της έννοια. Όταν αυτό το φαγοπότι ξεκινά είναι δύσκολο να περιοριστεί. Τα κόμματα αμυνόμενα στην συνεχή συρρίκνωσή τους ήταν έτοιμα να ξεπουλήσουν τα πάντα, υποθηκεύοντας το μέλλον της Ελλάδας. Έτσι αρνούμενα να κακοκαρδίσουν τους ψηφοφόρους τους υποθήκευσαν το μέλλον τους προσφέροντάς λίγα χρόνια πλασματικής ευημερίας. Το κομματικό κράτος έφερε στον τόπο και κάτι ακόμα χειρότερο. Απομάκρυνε τον κόσμο από τη ίδια τη λογική. Το δέλεαρ του εύκολου δανεισμού, η διόγκωση των δημοσίων δαπανών, η συνειδητή αποφυγή πάταξης της φοροδιαφυγής ήταν όλα συνειδητές πράξεις που σκοπό είχαν να διατηρήσουν το ήρεμο κλίμα στην από καιρό καταρρέουσα Ελλάδα. Αυτά τα κυρίαρχα συστατικά της σημερινής κρίσης ποτέ δεν συζητήθηκαν. Ο κόσμος έπρεπε να αγνοεί την αλήθεια, να τελεί υπό τη μέθη μιας πλασματικής ευμάρειας, έπρεπε να αποβάλει από τον χαρακτήρα του κάθε δυνατότητα λογικής ανάλυσης της πραγματικότητας για να μην αποδράσει από το κομματικό μαντρί.
Η μετατροπή του έντιμου πολιτικού λόγου σε φτηνό λαϊκισμό δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας πολιτιστικής κρίσης. Η επιβολή του λαϊκισμού ήταν συνειδητή επιλογή του κομματικού συστήματος για να αποφευχθεί η όποια λογική ανάλυση της παρακμής και να κερδίσει μια έστω μικρή παράταση στην εξουσία. Τέλος, ένα ακόμα πρόβλημα είναι ότι η οικονομική παντοδυναμία των κομμάτων απομάκρυνε τους πολιτικούς από την κοινωνία. Όταν έχεις άφθονα τα οικονομικά μέσα να εκλεγείς είναι αδύνατο να αφουγκραστείς τους πολίτες, είναι αδύνατο να αναγνωρίσεις τα προβλήματα της κοινωνίας, είναι αδύνατο να τα επιλύσεις. Πώς περιμένουμε να τονώσουν την αγορά όταν δεν την γνωρίζουν; Πώς περιμένουμε να διαχειριστούν την άμυνα της χώρας όταν οι περισσότεροι δεν έχουν στην ουσία υπηρετήσει; Πώς θα βελτιώσουν την δημόσια παιδεία όταν τα παιδιά τους φοιτούν στα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία; Πώς θα καταπολεμήσουν την εγκληματικότητα όταν δεν την υφίστανται; Ο πολιτικός σταμάτησε πλέον να είναι πολίτης, απομακρύνθηκε από την κοινωνία και γι’ αυτό πλέον δεν λειτουργεί για αυτήν. Και να ήθελε δεν μπορεί να το κάνει. Ως διά μαγείας εμφανίστηκαν καινούργιες δεξαμενές παγίδευσης απογοητευμένων ανθρώπων που προσφέρουν εύκολες και ανώδυνες λύσεις. Κανείς τους όμως δεν γεννήθηκε χθες. Ευκρινώς απαίδευτοι, συχνά ανεπάγγελτοι, όλοι αυτοί οι σωτήρες έχουν παρελθόν ανεύθυνο όταν αδρανούσαν, επικίνδυνο τώρα που θέλουν να δράσουν. Πολλοί εξ αυτών ζητούσαν να αυξηθεί η ταχύτητα της πτώσης αυξάνοντας την λαϊκίστικη δράση τους, αποκρύπτοντας τα πραγματικά προβλήματα και τις λύσεις τους για να κερδίσουν λίγες ψήφους ακόμα. Εξάλλου είναι εύκολο να τους διακρίνει κανείς.
Χρησιμοποιούν τα ίδια μέσα για να προσελκύσουν νέα θύματα. Και αν αναρωτηθεί κανείς τι έχουν να κερδίσουν από αυτή την κατεστραμμένη Ελλάδα η απάντηση είναι εύκολη. Ίσως να μην έχουμε δει τα χειρότερα…. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν ο πολίτης μπορεί να γίνει πολιτικός και εάν η λύση βρίσκεται στα σπλάχνα της κοινωνίας. Μεγαλώσαμε όλοι με την εικόνα του «σπουδαίου» πολιτικού. Η εικόνα τους επενδύθηκε με αυθαίρετους χαρακτηρισμούς. Αγωνιστές, χαρισματικοί, οραματιστές, μαχητές... Το σημείο που οδηγηθήκαμε δίνει την απάντηση. Νάνοι ήταν. Ο λαός και η ψήφος του, τους έκανε να δείχνουν τόσο σπουδαίοι. Ούτε τι ψηφίζουν δεν μπορούν να διαβάσουν, όσο σπουδαία κι αν είναι η ψήφος τους και πλέον το ομολογούν και οι ίδιοι. Η ικανότητά τους εξαντλείται στο να σφίγγουν χέρια σε κομματικές φιέστες. Όπως ο λαός έχει τη δύναμη να τους μικρύνει, έτσι έχει και τη δυνατότητα να μεγαλώσει και όποια κύτταρα της ελληνικής κοινωνίας θεωρεί υγιή. Μεγάλο δεν ήταν το πολιτικό ανάστημα των πολιτικών μας, αλλά η θέση που κατείχαν. Γιατί πρέπει να εμπιστευτούμε σε αυτή τη θέση ένα προϊόν του κομματικού σωλήνα και δεν επιλέγουμε έναν άνθρωπο που αποδεδειγμένα μεγαλουργεί και καταξιώνεται στο χώρο που δραστηριοποιείται; Γιατί ο επιτυχημένος πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί και στον αποτυχημένο πιστώνεται επάρκεια και ικανότητα; Η ανάκαμψη δεν πρόκειται να έρθει επειδή την έχουμε ανάγκη, αλλά επειδή εμείς θα την κατακτήσουμε και το πότε θα γίνει εξαρτάται από το πόσο το θέλουμε και από το πότε θα αποφασίσουμε να αναλάβουμε δράση. Ας μην αμφισβητούμε την ικανότητα των πολιτών να ασκήσουν πολιτική. Τα παιδιά τα μαθαίνει γράμματα ο δάσκαλος όχι ο υπουργός Παιδείας. Ούτε ο υπουργός Υγείας θεραπεύει τους αρρώστους. Αυτό το κάνουν οι λειτουργοί υγείας. Ο ρόλος του πολιτικού είναι να δίνει τις κατευθύνσεις και οι πολιτικοί που είχαμε μάλλον κρατούσαν εκείνες τις ισορροπίες που θα εξασφάλιζαν την επανεκλογή τους παρά ρύθμιζαν τις υποθέσεις του κράτους. Η απομάκρυνσή τους από την εξουσία δεν μας επιφυλάσσει το χάος. Το χάος το δημιουργεί η παρουσία τους. Το χτίζουν μέρα με τη μέρα.
Στα αλήθεια ποια είναι η δράση τους; Ή αδιαφορούν ή καταστρέφουν. Αδιαφορία είναι το να μην ενδιαφέρεσαι για την σταθερά ελλειμματική οικονομία, καταστροφή είναι να την επιβαρύνεις για το καλό του κομματικού τέρατος. Αδιαφορία είναι να ανέχεσαι ψευδείς αναπηρικές συντάξεις, καταστροφή είναι να αφήνεις να στοιχηθούν και άλλοι πίσω από αυτή την ανέντιμη σειρά αποσπώντας την επανεκλογή σου. Τα παραδείγματα είναι ατελείωτα και το συμπέρασμα το ίδιο. Η νοσηρή πολιτική αρχή γεννά νοσηρό σύστημα. Παντού στην κοινωνία, στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, στα σχολεία, στα νοσοκομεία, στους δρόμους, παντού. Οι εκλογές αυτές είναι κατά μια έννοια και οι πιο ελεύθερες. Το δίλλημα πλέον είναι απλό και απομένει σε εμάς τι θα διαλέξουμε. Οι μύθοι κατέρρευσαν και δεν μπορούν πλέον να μας ξεγελάσουν. Θύματα θα πέσουμε μόνο αν το επιλέξουμε εμείς. Στη «δημιουργία, ξανά» κάνουμε την προσπάθειά μας χωρίς στρογγυλέματα, χωρίς να χαϊδεύουμε τα αυτιά των συμπολιτών μας, όσο κι αν το έχουν ανάγκη.
Εμείς αφήνουμε τον ιδιωτικό μας κόσμο γιατί μας κάλεσε η συνείδησή μας. Τόσο απλά. Η απόφαση ανήκει στους πολίτες. Αν το επιθυμούν μπορούν να μας ψάξουν. Τις ιδέες μας, τα βιογραφικά μας, τους οικονομικούς μας πόρους, τα πάντα. Αυτό που κάνουμε είναι δύσκολο. Ξεκινήσαμε 200, γίναμε 1000, 40000 και μεγαλώνουμε γιατί αυτό που κάνουμε είναι δίκαιο και έντιμο.
Σας θέλουμε όλους στο πλευρό μας!
Χριστίνα Ι. Γρυπάρη
Λευτέρης Γ. Τζίμας
Υπ. Βουλευτές Βοιωτίας