Ανθρωποκυνηγητό σε όλη την Ελλάδα, με ιδιαίτερη έμφαση σε τρία σημεία, στην περιοχή των Μεσογείων, στην περιοχή προς την Κόρινθο και προς τη Βοιωτία, έχει εξαπολύσει η αστυνομία μετά την απελευθέρωση του εφοπλιστή, Περικλή Παναγόπουλου.
Δίνουν μάχη με τον χρόνο προκειμένου να συλλάβουν την αδίστακτη αυτή συμμορία ώστε να μην ανοίξει ο «ασκός του Αιόλου» και οι απαγωγές γίνουν... μόδα και στην Ελλάδα, αλλά και προκειμένου να μη διαφύγουν οι δράστες.
Μονοκατοικίες στα Μεσόγεια, στην ευρύτερη περιοχή της Δυτ. Αττικής αλλά και σε περιοχές κατά μήκος της εθνικής οδούς Αθηνών - Λαμίας έχουν μπει στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών ώστε να εντοπίσουν το κρησφύγετο των απαγωγέων, το σημείο που κρατούνταν επί 8 ημέρες ο Παναγόπουλος.
Παράλληλα, με τα πρώτα στοιχεία από την κατάθεση του εφοπλιστή οι αστυνομικοί «ξεσκονίζουν» παλαιούς κακοποιούς μήπως και υπάρχει εμπλοκή τους με την απαγωγή.
Ένα πρώτο στοιχείο που ερευνάται είναι η προφορά των δραστών που μιλούσαν στον Παναγόπουλο, αλλά και στη σύζυγό του κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Κάποιες πληροφορίες για προφορά από την Κρήτη ή τη Βόρεια Ελλάδα δεν έχουν επιβεβαιωθεί, αλλά εξετάζονται τα πάντα.
Από τη στιγμή που το αυτοκίνητο με την Κατερίνα Παναγοπούλου και τον οδηγό του εφοπλιστή μπήκε στην εθνική οδό, οι απαγωγείς έδιναν εντολές και επί 6 ώρες τους περιέφεραν από σημείο σε σημείο.
Οι απαγωγείς που προφανώς παρακολουθούσαν το αυτοκίνητο με τα λύτρα, έδιναν συχνά-πυκνά εντολές στην κ. Παναγοπούλου, άλλοτε να βγει και άλλοτε να ξαναμπεί στην εθνική οδό, προκειμένου να είναι απολύτως σίγουροι, ότι δεν ακολουθούσε κανείς. Μάλιστα, οι δράστες θέλοντας να βεβαιωθούν, ότι η Αστυνομία ήταν εκτός παιχνιδιού, απειλούσαν τη σύζυγο του εφοπλιστή. Όταν μάλιστα πλησίαζε η ώρα της παράδοσης των λύτρων, οι δράστες τηλεφωνούσαν συνεχώς στην κ. Παναγοπούλου από άλλο κάθε φορά αριθμό κινητού τηλεφώνου και της έλεγαν: «Διώξε τους αστυνομικούς». Αυτή τους απαντούσε: «Δεν έχω ειδοποιήσει αστυνομικούς. Σας παρακαλώ. Εμπιστευθείτε με».
Το αυτοκίνητο με την Κατερίνα Παναγοπούλου βγήκε και πάλι από την εθνική οδό στο Ακραίφνιο Βοιωτίας και ακολούθησε τον δρόμο προς την λίμνη Υλίκη κινούμενο παράλληλα με την εθνική οδό. Οι απαγωγείς παρακολουθούσαν προφανώς από ασφαλές γι’ αυτούς σημείο και η επικοινωνία πλέον ήταν πολύ τακτική. Περίπου 1 χλμ. έξω από το Ακραίφνιο και σε μία διασταύρωση της εθνικής οδού με επαρχιακή οδό, οι απαγωγείς είπαν στην κ. Παναγοπούλου και τον οδηγό του εφοπλιστή να σταματήσουν το αυτοκίνητο στη γέφυρα κάτω από την εθνική οδό και να αφήσουν τα λύτρα, όπως και έκαναν.
Οι δράστες της απαγωγής είναι σίγουρο, ότι χρησιμοποίησαν μεγάλο αριθμό καρτών, αλλά και κινητών τηλεφώνων. Στις έρευνες μαζί με τους αστυνομικούς ήταν ο οδηγός του Περικλή Παναγόπουλου, ο οποίος υπέδειξε που άφησαν τα χρήματα, αλλά και τι κινήσεις παρατήρησαν. Την ίδια ώρα, βοσκοί της περιοχής είπαν, ότι το πρωί της Κυριακής παρατήρησαν κάποια τζιπ να κινούνται στην περιοχή για ώρα. Σύμφωνα με τους ντόπιους, η περιοχή της παράδοσης των λύτρων έχει πολλούς δρόμου διαφυγής. Οι δράστες της απαγωγής είναι πολύ πιθανό να παρακολουθούσαν το σημείο παράδοσης. Μικρά σπηλαιώματα αλλά και κρυψώνες που βρίσκονται σε όλη τη περιοχή, ίσως να χρησιμοποιήθηκαν στο σχέδιο που είχαν καταστρώσει. Οι έρευνες στην ευρύτερη περιοχή θα συνεχιστούν από κλιμάκια της Ασφάλειας, που έχουν αναλάβει την υπόθεση.
Η κατάθεση
Η πρώτη κατάθεση του κ. Παναγόπουλου έδωσε σημαντικές λεπτομέρειες για την απαγωγή. Κατ'αρχάς, σύμφωνα με το περιβάλλον του εφοπλιστή, το αρχικό ποσό των λύτρων ήταν 40 εκατομμύρια ευρώ.
Το τελικό ποσό όμως ήταν 30 εκατ., τα οποία δόθηκαν σε 8 σακβουαγιάζ, διαφόρων διαστάσεων, ενώ τα χαρτονομίσματα ήταν και μεταχειρισμένα, αλλά και καινούργια, των 20, 50, 100, 200 και 500 ευρώ.
Τα λύτρα άφησαν ο οδηγός του εφοπλιστή Γ. Σαρδέλης και η σύζυγος Κ. Παναγοπούλου, κάτω από γέφυρα στο Ακραίφνιο Βοιωτίας. Μάλιστα, φαίνεται ότι αντελήφθησαν τη διακριτική παρουσία των απαγωγέων σε μεγάλη απόσταση, στο τελικό στάδιο της παράδοσης των χρημάτων. Λίγο μετά η κ. Παναγοπούλου δέχθηκε τηλεφώνημα: «Κυρία Κατερίνα, φέρθηκες ντόμπρα. Θα φερθούμε και εμείς ανάλογα», ήταν τα λόγια του απαγωγέα.
Όσον αφορά το σπίτι στο οποίο διέμενε όλες αυτές τις ημέρες ο Περικλής Παναγόπουλος, είτε ήταν νεοανεγειρόμενη οικοδομή, είτε εγκαταλειμμένη οικία. Οι απαγωγείς, από πριν, είχαν καρφώσει τμήματα από κόντρα-πλακέ στα παράθυρα, ενώ τον είχαν δεμένο με μια χειροπέδη και μια αλυσίδα συνεχώς.
Ευχαριστίες σε Ιερώνυμο, υπουργούς και δημοσιογράφους
Ο εφοπλιστής χαρακτήρισε τους απαγωγείς του «ευγενείς» και «σωστούς»
Συγκινημένος, κουρασμένος και ζαλισμένος από την πολυήμερη ταλαιπωρία, εμφανίστηκε στους δημοσιογράφους ο Π. Παναγόπουλος.
Αφού ευχαρίστησε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, υπουργούς, δημοσιογράφους και όσους του συμπαραστάθηκαν τόνισε: «Είμαι ευτυχής που είμαι πάλι σπίτι μου», ήταν οι πρώτες κουβέντες του. «Είμαι καλά και χαίρομαι που μπορώ να το πω μετά από μια περιπέτεια που δεν εύχομαι σε κανέναν» ανέφερε.
Ο κ. Παναγόπουλος απέφυγε να δώσει λεπτομέρειες για την απαγωγή του, ωστόσο, μίλησε με καλά λόγια για τους απαγωγείς και τη στάση τους απέναντί του, αν και οι συνθήκες κράτησης δεν ήταν καλές διότι ήταν μόνιμα αλυσοδεμένος και δεν είχε καμιά επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον.
Τους απαγωγείς του, τους χαρακτήρισε «ευγενείς» και «σωστούς», ενώ απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ανέφερε ότι πάντα έχει στην τσέπη του δόσεις από τα φάρμακά του και «οι άνθρωποι με φρόντισαν ώστε να μην μου λείψουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου